Κολπική δακτυλική εξέταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για τη αξιολόγηση και διερεύνηση πιθανών δυσλειτουργιών στο Πυελικό Έδαφος, από ειδικό φυσικοθεραπευτή Πυελικού Εδάφους.

Η κολπική δακτυλική εξέταση σε εγκυμονούσες γυναίκες αποτελεί ένα πεδίο περιορισμένης γνώσης, με καμία δημοσιευμένη κατευθυντήρια οδηγία από αναγνωρισμένη ομάδα επαγγελματιών της υγείας, που εργάζονται στον τομέα της μαιευτικής ή/και γυναικολογίας. Ως αποτέλεσμα, οι επαγγελματίες υγείας που επιχειρούν δακτυλική εξέταση του κόλπου, αντιμετωπίζουν την κάθε περίπτωση εξατομικευμένα, ζυγίζοντας τις ενδείξεις, τα πιθανά οφέλη και τους κινδύνους. Μία σχετική έρευνα της δημοσιευμένης βιβλιογραφίας, εντόπισε έναν σημαντικό αριθμό μελετών, στις οποίες η κλινική αξιολόγηση των μυών του πυελικού εδάφους (PFM) κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης χρησιμοποιήθηκε ως μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης και της μεθοδολογίας. Τα κριτήρια αποκλεισμού που αναφέρονται στις μελέτες αυτές περιλάμβαναν: ουρογεννητική παθολογία, νευρολογικές διαταραχές, συνεχείς λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, εγκυμοσύνη: επιπλοκές και υψηλός κίνδυνος πρόωρου τοκετού, πόνος κατά τη συστολή των μυών του Πυελικού Εδάφους και εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου. Δεν υπήρξε σύμπτωση απόψεων μεταξύ των μελετών όσον αφορά τους ορισμούς «εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου», «επιπλοκές εγκυμοσύνης» ή «υψηλός κίνδυνος πρόωρου τοκετού».

Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, κάθε σωματική παρέμβαση σε έγκυο χρειάζεται τη συγκατάθεσή της, έπειτα από σχετική ενημέρωση της ίδιας, ενώ ο γιατρός που διενεργεί την όποια σωματική παρέμβαση, θα πρέπει να συζητά εκτενώς μαζί της οποιαδήποτε ανησυχία σχετικά με την εγκυμοσύνη της. Επιπλέον, θα πρέπει να γίνονται απολύτως σεβαστές οι απόλυτες αντενδείξεις, ενώ θα πρέπει να αξιολογούνται επαρκώς οποιεσδήποτε προειδοποιήσεις ή προβληματισμοί.

Οι επιπτώσεις της εγκυμοσύνης στο πυελικό έδαφος

Η εγκυμοσύνη συνδέεται με αλλαγές στη φυσιολογία του σώματος, ανατομικές και βιοχημικές αλλαγές. Η κατανόηση των επιδράσεων αυτών των αλλαγών είναι εξαιρετικής σημασίας για τη βέλτιστη φροντίδα και την πρόληψη των συμπτωμάτων. Οι αλλαγές αυτές σχετίζονται με το καρδιαγγειακό, το γαστρεντερικό, το ουρογεννητικό, το αιματολογικό, το ενδοκρινικό και το μυοσκελετικό σύστημα της γυναίκας. Καθώς το κύημα αναπτύσσεται, γίνονται ορατές και οι αλλαγές που μπορεί να οδηγήσουν σε δυσλειτουργία του Πυελικού Εδάφους, μειωμένη κινητικότητα των μυών του Πυελικού Εδάφους και ακράτεια ούρων[1] .

Η εξωτερική ψηλάφηση αποτελεί μία ασφαλή εναλλακτική λύση

Σε γυναίκες για τις οποίες υπάρχουν σοβαρές αντενδείξεις ή έχουν εντοπιστεί οι κίνδυνοι επαρκώς, τότε ο φυσικοθεραπευτής θα πρέπει να προχωρήσει με εξωτερική παρατήρηση ή/και ψηλάφηση εξωτερικά του περινέου. Με την εξωτερική παρατήρηση μετριάζονται σημαντικά οι όποιοι κίνδυνοι από την κολπική δακτυλική εξέταση, ενώ ο φυσικοθεραπευτής μπορεί να λάβει τις πληροφορίες που χρειάζεται για να καθοδηγήσει σωστά την έγκυο αναφορικά με τη θεραπεία αποκατάστασης της δυσλειτουργίας του πυελικού της εδάφους γυναίκας. Σε κάθε περίπτωση, η συνεργασία μεταξύ μαιευτήρα/γυναικολόγου, μαιών και φυσικοθεραπευτή πυελικού εδάφους συμβάλλει ουσιαστικά στην υιοθέτηση των βέλτιστων πρακτικών για την υγεία της εγκύου και του κυήματος/βρέφους.

[1] (Reese & Casey 2015),  (Rahn et al. 2008), (Wijma et al. 2001).